ζέβρος

ζέβρος
ζέβρος, ο και ζέβρα, η
άγριος όνος (χαρακτηριστικό του γνώρισμα οι άσπρες ραβδώσεις σ' όλο του το σώμα).

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ζέβρα — Κοινή ονομασία διαφόρων αφρικανικών ιππιδίων. Το τρίχωμά τους χαρακτηρίζεται από πολυάριθμες μαύρες ραβδώσεις, που ξεχωρίζουν πάνω σε ανοιχτόχρωμο βάθος. Οι ζ. μοιάζουν εξωτερικά με τον γάιδαρο και το άλογο. Το ύψος τους, έως το ακρώμιο, ποικίλει …   Dictionary of Greek

  • εξέλιξης, θεωρία της- — Θεωρία κατά την οποία όλα τα αντικείμενα του σύμπαντος έχουν υποστεί, με την πάροδο του χρόνου, μεταμορφώσεις σύμφωνα με μια φυσική διαδικασία εξέλιξης που τα οδήγησε βαθμιαία από μια αρχέγονη, ομοιογενή και αδιαφοροποίητη κατάσταση, σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”